Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θυμοφθορέω
θυμοφθόρος
θυμοφονέω
θυμοφόρος
θυμοχεύων
θυμόω
θυμώδης
θυμώδης
θύμωμα
θύμωσις
θυναρμόστρια
θυνάσαι
θυνέω
θύννα
θυννάζω
θυνναῖος
θύνναξ
θυννάς
θύννειος
θυννευτικός
θυννίζω
View word page
θυναρμόστρια
θῡναρμόστρια,
A). = θοιν- (q.v.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θυναρμόστρια
Headword (normalized):
θυναρμόστρια
Headword (normalized/stripped):
θυναρμοστρια
IDX:
49424
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49425
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θῡναρμόστρια</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">θοιν-</span> (q.v.).</div> </div><br><br>'}