Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θυμαλίς
θύμαλλος
θυμάλωψ
θυμαμοργάς
θυμάντρια
θυμάρεστος
θυμαρέω
θυμαρής
θυμάρμενος
θύμαρνον
θυμάτιον
θυματῖτις
θύμβρα
θυμβρεπίδειπνος
Θύμβρις
θυμβρίτης
θύμβρον
θυμβροφάγος
θυμβρώδης
θυμελαία
θυμέλη
View word page
θυμάτιον
θῡμάτιον, τό, Dim. of θῦμα, Gloss.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θυμάτιον
Headword (normalized):
θυμάτιον
Headword (normalized/stripped):
θυματιον
IDX:
49353
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49354
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θῡμάτιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of <span class="foreign greek">θῦμα</span>, <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}