Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θρομβοειδής
θρομβόομαι
θρόμβος
θρομβώδης
θρόμβωσις
θρονίζομαι
θρόνιον
θρονίς
θρονισμός
θρονιστής
θρονιτικός
θρονίτις
θρόνον
θρονοποιός
θρόνος
θρόνωσις
θρόος
θροσέως
θρυαλλίδιον
θρυαλλίς
θρύαλλον
View word page
θρονιτικός
θρον-ῑτικός, , όν,
A). throne-shaped, συνψέλιον TAM 2(1).210 (Sidyma).


ShortDef

throne-shaped

Debugging

Headword:
θρονιτικός
Headword (normalized):
θρονιτικός
Headword (normalized/stripped):
θρονιτικος
IDX:
49197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49198
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θρον-ῑτικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">throne-shaped</span>, <span class="quote greek">συνψέλιον</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">TAM</span> 2(1).210 </span> (Sidyma).</div> </div><br><br>'}