Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
θριδακίσκα
θριδακώδης
θρίδαξ
θρίζω
θριῆσαι
θρινάκη
Θρινακίη
θρ
θρινία
θρίξ
Θριξάλλιος
θριοβόλος
θρῖον
θριπήδεστος
θριπόβρωτος
θριποφάγος
θριπώδης
θρίσκειν
θρίσσα
θρισσέμπορος
θρισσίον
View word page
Θριξάλλιος
Θριξάλλιος
,
ὁ
(sc.
μήν
), name of month at Lamia,
IG
9(2).74
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
Θριξάλλιος
Headword (normalized):
θριξάλλιος
Headword (normalized/stripped):
θριξαλλιος
IDX:
49170
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49171
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Θριξάλλιος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span> (sc. <span class="foreign greek">μήν</span>), name of month at Lamia, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 9(2).74 </span>.</div><br><br>'}