Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θρίασις
θριαστής
θριάτιον
θριγγίον
θριγκίον
θριγκός
θριγκόω
θριγκώδης
θρίγκωμα
θριδακηΐς
θριδακίας
θριδακίνη
θριδακινίς
θριδάκιον
θριδακίσκα
θριδακώδης
θρίδαξ
θρίζω
θριῆσαι
θρινάκη
Θρινακίη
View word page
θριδακίας
θρῐδᾰκ-ίας, ου, ,= μανδραγόρας θῆλυς, Dsc. 4.75 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θριδακίας
Headword (normalized):
θριδακίας
Headword (normalized/stripped):
θριδακιας
IDX:
49156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-49157
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θρῐδᾰκ-ίας</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>,= <span class="foreign greek">μανδραγόρας θῆλυς</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 4.75 </span>.</div><br><br>'}