Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θορυβοποιός
θόρυβος
θορυβώδης
θορώδης
θοῦ
θουραῖος
θουράω
θουρήεις
θούρης
θουρηταῖς
θούρητρα
Θουριόμαντις
Θουριοπέρσαι
θούριος
θοῦρις
θοῦρος
θούσχοινοι
θόσχοινοι
θόωκος
θόωσα
θραγμός
View word page
θούρητρα
θούρ-ητρα· ὀχεῖα, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θούρητρα
Headword (normalized):
θούρητρα
Headword (normalized/stripped):
θουρητρα
IDX:
48980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48981
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θούρ-ητρα·</span> <span class="foreign greek">ὀχεῖα</span>, Id.</div><br><br>'}