Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θορυβοποιέω
θορυβοποιός
θόρυβος
θορυβώδης
θορώδης
θοῦ
θουραῖος
θουράω
θουρήεις
θούρης
θουρηταῖς
θούρητρα
Θουριόμαντις
Θουριοπέρσαι
θούριος
θοῦρις
θοῦρος
θούσχοινοι
θόσχοινοι
θόωκος
θόωσα
View word page
θουρηταῖς
θουρ-ηταῖς· αἱ τῶν ζῴων μίξεις, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θουρηταῖς
Headword (normalized):
θουρηταῖς
Headword (normalized/stripped):
θουρηταις
IDX:
48979
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48980
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θουρ-ηταῖς·</span> <span class="foreign greek">αἱ τῶν ζῴων μίξεις</span>, Id.</div><br><br>'}