Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θοίναμα
θοιναρμόστρια
θοινατήρ
θοινατήριον
θοινατικός
θοινάτωρ
θοινάω
θοίνη
θοινήτωρ
θοινίζω
θοινοδοτέω
θοῖτο
θολερεῖν
θολερός
θολερότης
θολερόφρον
θολερώδης
θολία1
θολικός
θολοειδής
θολομιγής
View word page
θοινοδοτέω
θοινοδοτέω,
A). entertain at a banquet, Supp.Epigr. 3.774 (Crete, i B.C./ i A.D.).


ShortDef

entertain at a banquet

Debugging

Headword:
θοινοδοτέω
Headword (normalized):
θοινοδοτέω
Headword (normalized/stripped):
θοινοδοτεω
IDX:
48928
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48929
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θοινοδοτέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">entertain at a banquet,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Supp.Epigr.</span> 3.774 </span> (Crete, i B.C./ i A.D.).</div> </div><br><br>'}