Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θνητοειδής
θνητός
θνητότης
θνητόψυχος
θοάζω1
θοάζω2
θοάζω3
θόαξος
θοάς
θόασμα
θοδράκιον
θοῃρός
θοινάζω
θοίναμα
θοιναρμόστρια
θοινατήρ
θοινατήριον
θοινατικός
θοινάτωρ
θοινάω
θοίνη
View word page
θοδράκιον
θοδράκιον,
A). v. θρόδαξ .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θοδράκιον
Headword (normalized):
θοδράκιον
Headword (normalized/stripped):
θοδρακιον
IDX:
48915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48916
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θοδράκιον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">θρόδαξ</span> .</div> </div><br><br>'}