Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θιασωτικός
θιασῶτις
θίβεις
θῖβις
θιβρός
θιγάνα
θιγγάνω
θίγημα
θίγμα
θίγωνος
θιδρακίνη
θίδραξ
θιήϊον
θιμβρός
θινίον
θῖνος
θινώδης
θίξις
θιπόβρωτος
θίς
θίσβη
View word page
θιδρακίνη
θιδρακίνη, ,= θριδακίνη, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θιδρακίνη
Headword (normalized):
θιδρακίνη
Headword (normalized/stripped):
θιδρακινη
IDX:
48867
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48868
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θιδρακίνη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= <span class="foreign greek">θριδακίνη</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}