Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θευκολέω
θευξένια
θευπροπία
θευφορία
θεύγεσθαι
θεῦσις
θεῦτις
θέω1
θέω2
θεῶ3
θεώματα
θεωρεῖον
θεωρέω
θεώρημα
θεωρηματικός
θεωρημάτιον
θεωρήμων
θεώρησις
θεωρητέον
θεωρητήριον
θεωρητής
View word page
θεώματα
θεώματα· περικαθαρτήρια, Hsch. (leg. θειώματα).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θεώματα
Headword (normalized):
θεώματα
Headword (normalized/stripped):
θεωματα
IDX:
48573
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48574
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θεώματα·</span> <span class="foreign greek">περικαθαρτήρια</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> (leg. <span class="foreign greek">θειώματα</span>).</div><br><br>'}