Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θεσφατηλόγος
θεσφατίζω
θέσφατος
θετέος
θετήρ
θέτης
Θετίδειον
θετικός
Θέτις
θετός
Θετταλός
Θετταλότμητον
θεῦ1
θευ2
θευκολέω
θευξένια
θευπροπία
θευφορία
θεύγεσθαι
θεῦσις
θεῦτις
View word page
Θετταλός
Θεττᾰλός, Θετταλικός, etc., Att. for Θεσς-.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Θετταλός
Headword (normalized):
θετταλός
Headword (normalized/stripped):
θετταλος
IDX:
48559
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48560
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Θεττᾰλός</span>, <span class="orth greek">Θετταλικός</span>, etc., Att. for <span class="foreign greek">Θεσς-</span>.</div><br><br>'}