Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θερμολουτέω
θερμολούτης
θερμολουτία
θερμόλυχνον
θερμομιγής
θερμόνους
θερμοπλάω
θερμόπλησις
θερμοπερίπατος
θερμοποιός
θερμοποσία
θερμοπότης
θερμόπρωκτος
θερμοπύλαι
θερμοπώλιον
θερμός
θέρμος
θερμοσποδιά
θερμότης
θερμοτραγέω
θερμουργία
View word page
θερμοποσία
θερμο-ποσία, ,
A). drinking of hot liquid, Sor. 1.117 .


ShortDef

drinking of hot liquid

Debugging

Headword:
θερμοποσία
Headword (normalized):
θερμοποσία
Headword (normalized/stripped):
θερμοποσια
IDX:
48470
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48471
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θερμο-ποσία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">drinking of hot liquid</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1:117" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0565.tlg001:1.117/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Sor.</span> 1.117 </a>.</div> </div><br><br>'}