Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θεμισκόπος
θεμισκρέων
θέμιστα
θεμιστεία
θεμιστεῖος
θεμιστευτός
θεμιστεύω
θεμίστιος
θεμιστοπόλος
θεμιστός
θεμιστοσύνη
θεμιστοῦχος
θεμίστωρ
θεμιτεύω
θεμιτός
θεμιτώδης
θεμόω
θέμιτθεν
θέναρ
θεναρίζει
θένω
View word page
θεμιστοσύνη
θεμιστ-οσύνη, , in pl., poet. for θέμιστες, Orph. H. 79.6 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θεμιστοσύνη
Headword (normalized):
θεμιστοσύνη
Headword (normalized/stripped):
θεμιστοσυνη
IDX:
48128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48129
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θεμιστ-οσύνη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, in pl., poet. for <span class="foreign greek">θέμιστες</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0579.tlg001:79:6" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0579.tlg001:79.6/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Orph.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">H.</span> 79.6 </a>.</div><br><br>'}