Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θέλγητρον
Θελγῖνες
θέλγμα
θέλγω
θελεμός
θέλεος
θέλημα
θεληματικός
θελημάτιον
θελημός
θελημοσύνη
θελήμων
θέλησις
θελητής
θελητός
θέλκταρ
θελκτήρ
θελκτήριον
θελκτήριος
θελκτικός
θέλκτρον
View word page
θελημοσύνη
θελ-ημοσύνη, ,= θέλησις, PMag.Par. 1.2921 (pl.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
θελημοσύνη
Headword (normalized):
θελημοσύνη
Headword (normalized/stripped):
θελημοσυνη
IDX:
48069
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48070
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θελ-ημοσύνη</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>,= <span class="foreign greek">θέλησις</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PMag.Par.</span> 1.2921 </span> (pl.).</div><br><br>'}