Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θεῖος
θειόστεπτος
θειότης
θειοφανής
θειόχροος
θειόω
θείω
θειώδης
θειώδης
θέκλεον
θελγεσίμυθος
θέλγητρον
Θελγῖνες
θέλγμα
θέλγω
θελεμός
θέλεος
θέλημα
θεληματικός
θελημάτιον
θελημός
View word page
θελγεσίμυθος
θελγεσίμῡθος [ῐ],,
A). soft-speaking, AP 9.525.9 .


ShortDef

soft-speaking

Debugging

Headword:
θελγεσίμυθος
Headword (normalized):
θελγεσίμυθος
Headword (normalized/stripped):
θελγεσιμυθος
IDX:
48058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48059
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θελγεσίμῡθος</span> [<span class="foreign greek">ῐ],</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">soft-speaking,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">AP</span> 9.525.9 </span>.</div> </div><br><br>'}