Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
Θείβαθεν
θείκελος
θεϊκός
θειλοπεδεύω
θειλόπεδον
Θειλούθιος
θεῖμεν
θειμωνιαί
θεῖναι
θεινίον
θεϊνός
θείνω
θειογενής
θειοδάμη
θειόδμητος
θειόδομος
θειόθεν
θειολόγος
θείομεν
θεῖον1
θεῖον2
View word page
θεϊνός
θεϊνός
,
ή
,
όν
,=
θῖνος
(q.v.),
GDI
4940.26
(Crete).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
θεϊνός
Headword (normalized):
θεϊνός
Headword (normalized/stripped):
θεινος
IDX:
48033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-48034
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θεϊνός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>,= <span class="foreign greek">θῖνος</span> (q.v.), <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">GDI</span> 4940.26 </span> (Crete).</div><br><br>'}