Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

θαυμασιότης
θαυμασιουργέω
θαυμασιουργία
θαυμασμός
θαυμαστέος
θαυμαστής
θαυμαστικός
θαυμαστοποιός
θαυμαστός
θαυμαστόω
θαυματίζομαι
θαυματόεις
θαυματοποιέω
θαυματοποιία
θαυματοποιικός
θαυματοποιός
θαυματός
θαυματουργέω
θαυματούργημα
θαυματουργία
θαυματουργός
View word page
θαυματίζομαι
θαυμᾰτ-ίζομαι,
A). marvel much, Hsch.


ShortDef

marvel much

Debugging

Headword:
θαυματίζομαι
Headword (normalized):
θαυματίζομαι
Headword (normalized/stripped):
θαυματιζομαι
IDX:
47929
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-47930
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">θαυμᾰτ-ίζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">marvel much</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}