Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἠρινός
ἠρίον
ἠριπόλη
ἠρισάλπιγξ
ἠρίσκος
ἠρίστριον
ἠρίφακον
ᾐρμένως
ἡρμοσμένως
ἠροάνθια
ἠροικάκαι
ἡροϊκός
ἦρος
Ἡροφάνεια
ἠρόχια
ἡρπαγμένως
ἦρσα
ἠρύγγιον
ἠρυγγίς
ἤρυγγος
ἤρυγε
View word page
ἠροικάκαι
ἠροικάκαι·
κοιλώματα τῆς γῆς
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἠροικάκαι
Headword (normalized):
ἠροικάκαι
Headword (normalized/stripped):
ηροικακαι
IDX:
47565
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-47566
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἠροικάκαι·</span> <span class="foreign greek">κοιλώματα τῆς γῆς</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}