Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἡμίσχοινον
ἡμιταινίδιον
ἡμιταλαντιαῖος
ἡμιτάλαντον
ἡμιτάριχος
ἡμίτεια
ἡμιτέλεια
ἡμιτέλεστος
ἡμιτελέω
ἡμιτελής
ἡμιτεσσέριον
ἡμιτέταρτον
ἡμιτετράγωνος
ἡμιτέχνιον
ἡμιτιεύς
ἡμιτμής
ἡμίτμητος
ἡμιτομίας
ἡμίτομος
ἡμιτονιαῖος
ἡμιτόνιον
View word page
ἡμιτεσσέριον
ἡμι-τεσσέριον
,
τό
, a liquid measure,
A).
οἴνου
Inscr.Prien.
362.16
(iv B.C.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἡμιτεσσέριον
Headword (normalized):
ἡμιτεσσέριον
Headword (normalized/stripped):
ημιτεσσεριον
IDX:
47305
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-47306
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἡμι-τεσσέριον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, a liquid measure, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="quote greek">οἴνου</span> <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Inscr.Prien.</span> 362.16 </span> (iv B.C.).</div> </div><br><br>'}