Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἡμίσιος
ἡμίσκουτον
ἡμίσοφος
ἡμισπάθιον
ἡμίσπαστος
ἡμισπιθαμιαῖος
ἡμισπίθαμος
ἡμίσπονδος
ἡμισταδιαῖος
ἡμιστάδιον
ἡμιστατήρ
ἡμιστάτηρον
ἡμιστίχιον
ἡμιστρατιώτης
ἡμιστρόγγυλος
ἡμιστρόφιον
ἡμισύδουλος
ἡμισύθλαστος
ἡμισύνθεσις
ἥμισυς
ἡμισύτριτον
View word page
ἡμιστατήρ
ἡμι-στᾰτήρ, ῆρος, ,= sq., prob. in IG 12(3).1638 (Thera).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἡμιστατήρ
Headword (normalized):
ἡμιστατήρ
Headword (normalized/stripped):
ημιστατηρ
IDX:
47278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-47279
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἡμι-στᾰτήρ</span>, <span class="itype greek">ῆρος</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>,= sq., prob. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 12(3).1638 </span>(Thera).</div><br><br>'}