Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἡμιδεής
ἡμίδελτα
ἡμιδέξιον
ἡμίδιμνον
ἡμιδιπλοΐδιον
ἡμιδουλεία
ἡμίδουλος
ἡμίδραχμον
ἡμιδωδέκατον
ἡμίειλος
ἡμιεκταΐδιον
ἡμιέκτεων
ἡμίεκτον
ἡμιεκφανής
ἡμιέλλην
ἡμιεπές
ἡμιέργαστος
ἡμιέτης
ἡμίεφθος
ἡμιζύγιος
ζωνον
View word page
ἡμιεκταΐδιον
ἡμι-εκταΐδιον, τό, Dim. of sq., dub. in IG 9(2).1222 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἡμιεκταΐδιον
Headword (normalized):
ἡμιεκταΐδιον
Headword (normalized/stripped):
ημιεκταιδιον
IDX:
47078
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-47079
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἡμι-εκταΐδιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, Dim. of sq., dub. in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">IG</span> 9(2).1222 </span>.</div><br><br>'}