Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἡμερινός
ἡμέριος
ἡμερίς
ἡμερόβιος
ἡμερογράφος
ἡμεροδανειστής
ἡμερόδοτος
ἡμεροδρομέω
ἡμεροδρόμης
ἡμέροας
ἡμεροδρόμιον
ἡμεροδρόμος
ἡμερόδρυς
ἡμεροειδής
ἡμεροθαλλής
ἡμεροθηρικός
ἡμεροκαλλές
ἡμεροκλέπτης
ἡμεροκοίτης
ἡμερόκοιτος
ἡμερολεγδόν
View word page
ἡμεροδρόμιον
ἡμερο-δρόμιον, τό,
A). astrological calendar, title of work by Pappus, Cat.Cod.Astr. 1.69 .


ShortDef

astrological calendar

Debugging

Headword:
ἡμεροδρόμιον
Headword (normalized):
ἡμεροδρόμιον
Headword (normalized/stripped):
ημεροδρομιον
IDX:
46983
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-46984
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἡμερο-δρόμιον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">astrological calendar</span>, title of work by Pappus, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Cat.Cod.Astr.</span> 1.69 </span>.</div> </div><br><br>'}