Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ζυγόεις
ζυγοκέφαλον
ζυγοκρούστης
ζυγόλωρον
ζυγομαχέω
ζυγομαχία
ζυγόν
ζυγοποιέω
ζυγοποιός
ζυγός
ζυγοσταθμέω
ζυγόσταθμος
ζυγοστασία
ζυγοστάσιον
ζυγοστατέω
ζυγοστάτημα
ζυγοστάτης
ζυγόταυρον
ζυγοτράχηλον
ζυγοτρυτάνη
ζυγουλκός
View word page
ζυγοσταθμέω
ζῠγοσταθμ-έω,
A). = ζυγοστατέω , Tz.ad Lyc. 270 , 275 (both Pass.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ζυγοσταθμέω
Headword (normalized):
ζυγοσταθμέω
Headword (normalized/stripped):
ζυγοσταθμεω
IDX:
46330
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-46331
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ζῠγοσταθμ-έω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ζυγοστατέω</span> , Tz.ad <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Lyc.</span> 270 </span>, <span class="bibl"> 275 </span> (both Pass.).</div> </div><br><br>'}