Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐφημίαι
ἐφημιόλιος
ἐφήμισυς
ἐφημοσύνη
ἐφησυχάζω
ἑφθαλέος
ἐφθαρμένως
ἑφθέος
ἑφθήμερος
ἑφθημιμερής
ἐφθίατο
ἐφθονημένως
ἑφθοπώλιον
ἑφθός
ἑφθότης
ἑφθόω
ἐφιαλτεία
ἐφιάλτης
ἐφιαλτικός
ἐφιάλτιον
ἐφιδρόω
View word page
ἐφθίατο
ἐφθίατο,
A). v. φθίνω .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐφθίατο
Headword (normalized):
ἐφθίατο
Headword (normalized/stripped):
εφθιατο
IDX:
45750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-45751
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐφθίατο</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">φθίνω</span> .</div> </div><br><br>'}