Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

εὐυπέρβλητος
εὔυπνος
εὐυπόδητος
εὐυπόκριτος
εὐυπόληπτος
εὐύποπτα
εὐυποχώρητος
εὐύφαντος
εὐυφής
εὐφαής
εὐφάλαρα
εὐφαμέω
εὐφαντασίωτος
εὐφάνταστος
εὔφαπτον
εὐφαρέτρης
εὐφάρμακος
εὐφέγγεια
εὐφεροσύνη
εὔφηβος
εὐφημέω
View word page
εὐφάλαρα
εὐφάλαρα· λαμπρά, Hsch., EM 399.32 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
εὐφάλαρα
Headword (normalized):
εὐφάλαρα
Headword (normalized/stripped):
ευφαλαρα
IDX:
45388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-45389
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">εὐφάλαρα·</span> <span class="foreign greek">λαμπρά</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span>, <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 399.32 </span>.</div><br><br>'}