Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
εὐμετάδοτος
εὐμετάθετος
εὐμετακίνητος
εὐμετακόμιστος
εὐμετακύλιστος
εὐμετανόητος
εὐμετάπειστος
εὐμεταποίητος
εὐμετάπτωτος
εὐμετάρρευστος
εὐμετάστατος
εὐμετάτρεπτος
εὐμετάφορος
εὐμεταχείριστος
εὐμετρία
εὔμετρος
εὐμήκης
εὔμηλος
εὔμηρος
εὐμήρυτος
εὔμητις
View word page
εὐμετάστατος
εὐμετά-στᾰτος
,
ον
,
A).
unsteady, changeable
,
Plu.
2.5d
.
ShortDef
unsteady, changeable
Debugging
Headword:
εὐμετάστατος
Headword (normalized):
εὐμετάστατος
Headword (normalized/stripped):
ευμεταστατος
IDX:
44471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-44472
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">εὐμετά-στᾰτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">unsteady, changeable</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.5d </span>.</div> </div><br><br>'}