Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

εὐμέλανος
εὐμέλεια
εὐμελής
εὐμελιτέω
εὐμένεια
Εὐμένειος
Εὐμένειος
εὐμενέτης
εὐμενέω
εὐμενής
εὐμενία
Εὐμενίδες
εὐμενίζομαι
εὐμενικός
Εὐμενισταί
εὐμερδής
εὐμέριστος
εὐμεταβλησία
εὐμετάβλητος
εὐμετάβολος
εὐμετάγνωτος
View word page
εὐμενία
εὐμεν-ία, ,
A). v. εὐμένεια .


ShortDef

good will of the gods

Debugging

Headword:
εὐμενία
Headword (normalized):
εὐμενία
Headword (normalized/stripped):
ευμενια
IDX:
44449
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-44450
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">εὐμεν-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">εὐμένεια</span> .</div> </div><br><br>'}