Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
εὐηγεσία
εὐηγής
εὐηγορέω
εὐηγορία
εὐήγορος
εὐήδεια
εὐήδονος
εὐήδυντος
εὐήθεια
εὐήθης
εὐηθία
εὐηθίζομαι
εὐηθικός
Εὐήιος
εὐήκης
εὐηκής
εὐηκοέω
εὐηκοΐα
εὐήκοος
εὐηλάκατος
εὐήλατος
View word page
εὐηθία
εὐηθ-ία
, Ion.
-ιη
, = foreg.(q.v.).
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
εὐηθία
Headword (normalized):
εὐηθία
Headword (normalized/stripped):
ευηθια
IDX:
43894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-43895
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">εὐηθ-ία</span>, Ion. <span class="foreign greek">-ιη</span>, = foreg.(q.v.).</div><br><br>'}