Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀλλάγδην
ἀλλαγή
ἄλλαγμα
ἀλλαγμός
ἀλλάθαρον
ἀλλαθεάς
ἀλλακτέον
ἀλλακτικός
ἀλλακτός
ἀλλαμπᾶν
ἀλλανής
ἀλλάντιον
ἀλλαντοειδής
ἀλλαντοποιός
ἀλλαντοπωλέω
ἀλλαντοπώλης
ἀλλάξ
ἀλλάξιμα
ἄλλαξις
ἀλλᾶς
ἀλλάσσω
View word page
ἀλλανής
ἀλλανής
(
-ῆς
cod.)
· ἀσφαλής
( Lacon.), Id.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀλλανής
Headword (normalized):
ἀλλανής
Headword (normalized/stripped):
αλλανης
IDX:
4368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-4369
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀλλανής</span> (<span class="foreign greek">-ῆς</span> cod.)<span class="foreign greek">· ἀσφαλής</span> ( Lacon.), Id.</div><br><br>'}