Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

εὐανάδοτος
εὐανάκλητος
εὐανακόμιστος
εὐανάληπτος
εὐανάλυτος
εὐανάλωτος
εὐανάμνηστος
εὐανάπειστος
εὐανάπνευστος
εὐανάσειστος
Εὐάνασσα
εὐανάστροφος
εὐανάσφαλτος
εὐανάτμητος
εὐανάτρεπτος
εὐανάτροφος
εὐανδρέω
εὐανδρία
εὔανδρος
εὐάνεμος
εὐάνετος
View word page
Εὐάνασσα
Εὐάνασσα, , epith. of Demeter, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Εὐάνασσα
Headword (normalized):
εὐάνασσα
Headword (normalized/stripped):
ευανασσα
IDX:
43392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-43393
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Εὐάνασσα</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, epith. of Demeter, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}