Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἑτεροφορέομαι
ἑτεροφρονέω
ἑτεροφροσύνη
ἑτερόφρων
ἑτεροφυής
ἑτερόφυλος
ἑτερόφυτον
ἑτεροφωνέομαι
ἑτεροφωνία
ἑτερόφωνος
ἑτερόχηλος
ἑτεροχροέω
ἑτερόχροια
ἑτερόχροιος
ἑτεροχροιότης
ἑτερόχρονος
ἑτερόχροος
ἑτεροχρωματέω
ἑτερόχρωμος
ἑτερόχρως
ἐτέρσετο
View word page
ἑτερόχηλος
ἑτερό-χηλος, ον,
A). with unequal hoofs, Hippiatr. 109 .


ShortDef

with unequal hoofs

Debugging

Headword:
ἑτερόχηλος
Headword (normalized):
ἑτερόχηλος
Headword (normalized/stripped):
ετεροχηλος
IDX:
43232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-43233
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑτερό-χηλος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">with unequal hoofs,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0738.tlg001:109" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0738.tlg001:109/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hippiatr.</span> 109 </a>.</div> </div><br><br>'}