Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἑτεροιότης
ἑτεροιόω
ἑτεροίωσις
ἑτεροιωτικός
ἑτερόκαρπος
ἑτεροκινησία
ἑτεροκίνητος
ἑτεροκλινέω
ἑτεροκλινής
ἑτερόκλιτος
ἑτεροκλονέω
ἑτεροκοπία
ἑτεροκρανία
ἑτερόκτυπος
ἑτεροκωφέω
ἑτερόκωφος
ἑτερολογία
ἑτερόμαλλος
ἑτερομάσχαλος
ἑτερομεγεθέω
ἑτερομέρεια
View word page
ἑτεροκλονέω
ἑτερο-κλονέω,
A). shake to one side, Opp.C. 4.204 (v.l.-κλινέω).


ShortDef

shake to one side

Debugging

Headword:
ἑτεροκλονέω
Headword (normalized):
ἑτεροκλονέω
Headword (normalized/stripped):
ετεροκλονεω
IDX:
43157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-43158
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑτερο-κλονέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">shake to one side</span>, Opp.C.<a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:4:204" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:4.204/canonical-url/"> 4.204 </a> (v.l.-<span class="foreign greek">κλινέω</span>).</div> </div><br><br>'}