Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐπωφελέω
ἐπωφέλημα
ἐπωφελής
ἐπωφελία
ἐπωφέλιμος
ἐπῴχατο
ἔπωχρος
ἔρα
ἔραδος
ἔραμαι
ἔρανα
ἐρανάρχης
ἐρανέμπολος
ἐρανεστάς
ἐράνησις
ἐρανίζω
γους
ἐρανικός
ἐράνιον
ἐράνισις
ἐρανισμός
View word page
ἔρανα
ἔρανα· ἐκ συνεισφορᾶς δῶρα κτλ., Hsch. ἐράναι· βωμοί, Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔρανα
Headword (normalized):
ἔρανα
Headword (normalized/stripped):
ερανα
IDX:
42107
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-42108
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἔρανα·</span> <span class="foreign greek">ἐκ συνεισφορᾶς δῶρα κτλ.,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> <span class="orth greek">ἐράναι·</span> <span class="foreign greek">βωμοί,</span> Id.</div><br><br>'}