Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐπόψημα
ἐπόψησις
ἐποψία
ἐποψίδιος
ἐπόψιμος
ἐπόψιος
ἔποψις
ἐπόψομαι
ἔππασις
ἐπράθην
ἔπραθον
ἔπρεσε
ἔπρηξα
ἔπρησα
ἑπτά
ἑπταβόειος
ἑπτάβοιος
ἑπτάβυρσος
ἑπτάγλωσσος
ἑπταγράμματος
ἑπταγωνικός
View word page
ἔπραθον
ἔπρᾰθον, aor.2 of πέρθω.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἔπραθον
Headword (normalized):
ἔπραθον
Headword (normalized/stripped):
επραθον
IDX:
41911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-41912
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἔπρᾰθον</span>, aor.2 of <span class="foreign greek">πέρθω.</span> </div><br><br>'}