Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐπιτέμνω
ἐπίτεξ
ἐπιτέον
ἐπίτερα
ἐπιτερατεύομαι
ἐπιτέρεναι
ἐπιτερματίζω
ἐπιτέρμιος
ἐπίτερμος
ἐπιτερπής
ἐπίτερπνος
ἐπιτέρπομαι
ἐπιτεσσαρακοστόπεμπτος
ἐπιτεσσαρεσκαιδέκατος
ἐπιτεσσερασκαιδεκάτους
ἐπιτεταμένως
ἐπιτέταρτος
ἐπιτετευγμένως
ἐπιτετηδευμένως
ἐπιτετμημένως
ἐπιτετραέβδομος
View word page
ἐπίτερπνος
ἐπίτερπ-νος, ον, = foreg. 1 , in Comp., Thgn. 1066 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπίτερπνος
Headword (normalized):
ἐπίτερπνος
Headword (normalized/stripped):
επιτερπνος
IDX:
41306
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-41307
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐπίτερπ-νος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg. <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0007.tlg015:1" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0007.tlg015:1/canonical-url/"> 1 </a>, in Comp., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Thgn.</span> 1066 </span>.</div><br><br>'}