Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀληθεύω
ἀληθής
ἀληθικός
ἀληθινολογέω
ἀληθινολογία
ἀληθινόν
ἀληθινόπινος
ἀληθινοπόρφυρος
ἀληθινός
Ἀληθιών
ἀληθοεπής
ἀληθόμαντις
ἀληθομυθέω
ἀληθόμυθος
ἀληθορκέω
ἀληθοσύνη
ἀληθότης
ἀληθουργής
ἀλήθω
Ἀλήιον
ἀλἥιον
View word page
ἀληθοεπής
ἀληθο-επής, ές,
A). = ἀψευδής , Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀληθοεπής
Headword (normalized):
ἀληθοεπής
Headword (normalized/stripped):
αληθοεπης
IDX:
4085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-4086
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀληθο-επής</span>, <span class="itype greek">ές</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἀψευδής</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div> </div><br><br>'}