Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐπιπότια
ἐπιποτίζω
ἐπιποτισμός
ἐπιπράττομαι
ἐπιπρείγιστος
ἐπιπρέπεια
ἐπιπρεπής
ἐπιπρέπω
ἐπιπρεσβεύομαι
ἐπιπρηνής
ἐπιπρητήν
ἐπιπρηΰνω
ἐπιπρίω
ἐπιπρό
ἐπιπροβαίνω
ἐπιπροβάλλω
ἐπιπροέηκα
ἐπιπροέχομαι
ἐπιπροθέω
ἐπιπροϊάλλω
ἐπιπροΐημι
View word page
ἐπιπρητήν
ἐπιπρητήν· αἰγὸς ἡλικία, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιπρητήν
Headword (normalized):
ἐπιπρητήν
Headword (normalized/stripped):
επιπρητην
IDX:
40625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-40626
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐπιπρητήν·</span> <span class="foreign greek">αἰγὸς ἡλικία</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}