Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐπιθήγω
ἐπιθήκη
ἐπιθηλέω
ἐπίθημα
ἐπιθηματικός
ἐπιθηματουργία
ἐπιθηματόω
ἐπιθηραρχία
ἐπιθήραρχος
ἐπιθιγγάνω
ἐπιθλάσας
ἐπίθλασις
ἐπιθλίβω
ἐπίθλιψις
ἐπιθοάζω
ἐπίθολος
ἐπιθολόω
ἐπιθόρνυμαι
ἐπιθορυβέω
ἐπιθορύβως
ἐπιθράνιον
View word page
ἐπιθλάσας
ἐπιθλάσας· συντόμως εἰπών, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἐπιθλάσας
Headword (normalized):
ἐπιθλάσας
Headword (normalized/stripped):
επιθλασας
IDX:
39451
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-39452
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐπιθλάσας·</span> <span class="foreign greek">συντόμως εἰπών</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}