Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἐπίδρομος
ἐπίδροσος
ἐπιδυσφημέω
ἐπιδυς<ω>χεῖν
ἐπιδύτης
ἐπιδύω
ἐπιδωμάω
ἐπιδωρέομαι
ἐπιδώτης
ἐπιέβδομος
ἐπιεθανίς
ἐπιείκεια
ἐπιείκελος
ἐπιεικεύομαι
ἐπιεικής
ἐπιεικοσθέβδομος
ἐπιεικοστόμονος
ἐπιείκοστος
ἐπιεικοστοτέταρτος
ἐπιεικοστότριτος
ἐπιεικτός
View word page
ἐπιεθανίς
ἐπιεθανίς·
λεπτὸν πρόβατον
,
Hsch.
post
ἐπηεταλπαρ;νρπαρ;
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐπιεθανίς
Headword (normalized):
ἐπιεθανίς
Headword (normalized/stripped):
επιεθανις
IDX:
39325
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-39326
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐπιεθανίς·</span> <span class="foreign greek">λεπτὸν πρόβατον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> post <span class="foreign greek">ἐπηεταλπαρ;νρπαρ;</span>.</div><br><br>'}