ἐπὶ1
ἐπὶ
A). δ’ οὔατ’ ἀλεῖψαι ἑταίρων ; 12.47 ἐπ’ οὔατα πᾶσιν ἄλειψα ib. 177 ; κηρὸν .. ὅν σφιν ἐπ’ ὠσὶν ἄλειψ’ ib. 200 ; ὁπόταν .. λεαίνῃ ἐπαλείφουσα τὰ τραχυνθέντα Ti. 66c ; ἐ. χρόαν ἐτέραν ἐφ’ ἑτέραν Sens. 440a9 : prov., τοὺς τοίχους τοὺς δύο ἐ. 'run with the hare and hunt with the hounds', :— Pass., 6.3.15 τὸ ἐπαλειφθέν Ly. 217c ; ἐπαλήλιπται ὁ κύτταρος HA 555a6 ; χρυσὸς ἐπαληλιμμένος AJ 17.10.2 .
2). metaph., from anointing athletes, prepare for contest, stir up, irritate, τινὰ ἐπί τινα ; 2.51.2 ἐ. τινάς τινι set them upon him, ; 2.38 μέθυσμα ἐ. θυμούς ; so perh. in physical sense, 1.680 irritate, Mul. 1.99 , Epid. 5.20 .