Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἐξιχνιάζω
ἐξιχνιασμός
ἐξιχνοσκοπέω
ἐξιχωρίζω
ἐξίωσις
ἑξκαίδεκα
ἑξκαιδέκατος
ἑξκαιδεκάεδρος
ἑξκαιδεκάκροτος
ἑξκαιδεκασύλλαβον
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
ἑξκαιτεσσαρακοντάμετρος
ἕξκλινος
ἑξμέδιμνος
ἕξμετρα
ἐξό
ἐξογκέω
ἔξογκος
ἐξογκόω
ἐξογκυλόω
ἐξόγκωμα
View word page
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
[πλᾰ]
,
ον
,
A).
fifty-six fold,
Plu.
2.925c
.
ShortDef
fifty-six fold
Debugging
Headword:
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
Headword (normalized):
ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος
Headword (normalized/stripped):
εξκαιπεντηκονταπλασιος
IDX:
37444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-37445
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑξκαιπεντηκονταπλάσιος</span> <span class="pron greek">[πλᾰ]</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">fifty-six fold,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.925c </span>.</div> </div><br><br>'}