Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐξίθμη
ἐξιθύνω
ἐξικανόω
ἐξικάνω
ἐξικετεύω
ἐξικμάζω
ἐξίκμασις
ἐξικμαστέος
ἐξικμαστικός
ἐξικνέομαι
ἑξικόρ
ἐξίκω
ἐξιλαρόω
ἐξίλασις
ἐξιλάσκομαι
ἐξίλασμα
ἐξιλασμός
ἐξιλαστήριος
ἐξιλαστικός
ἐξιλεόω
ἐξιλέωμα
View word page
ἑξικόρ
ἑξικόρ· ἑκτικός, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἑξικόρ
Headword (normalized):
ἑξικόρ
Headword (normalized/stripped):
εξικορ
IDX:
37377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-37378
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑξικόρ·</span> <span class="foreign greek">ἑκτικός,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}