Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἑξάμετρος
ἐξαμεύω
ἑξαμηνιαῖος
ἑξαμηνόβιος
ἑξαμηνος
ἐξαμηχανέω
ἐξαμιλλάομαι
ἑξάμιτος
ἕξαμμα
ἐξαμματίζω
ἑξαμν<α>ιαῖος
ἑξαμναῖος
ἑξάμνους
ἐξαμοιβάς
ἑξαμοιρία
ἑξάμορος
ἐξαμοῦν
ἐξαμπρεύω
ἔξαμπρον
ἐξαμυγδαλίζω
ἐξαμύνομαι
View word page
ἑξαμν<α>ιαῖος
ἑξα-μν<α>ιαῖος,
A). = ἑξάμνους , Hsch. s.v. πέλεκυς.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἑξαμν<α>ιαῖος
Headword (normalized):
ἑξαμν<α>ιαῖος
Headword (normalized/stripped):
εξαμν<α>ιαιος
IDX:
36708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-36709
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἑξα-μν&lt;α&gt;ιαῖος</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">ἑξάμνους</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> s.v. <span class="ref greek">πέλεκυς.</span> </div> </div><br><br>'}