Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἀκροσχιδής
ἀκροτελεύτιον
ἀκροτελής
ἀκροτενής
ἀκρότης
ἀκρότητος
ἀκροτομέω
ἀκροτομία
ἀκρότομος
ἀκρότονος
ἄκροτον
ἄκρουλος
ἀκροῦν
ἄκρουρα
ἀκρουρανία
ἀκρουροβόρη
ἄκρουρον
ἄκρουστος
ἀκρουχέω
ἀκροφαής
ἀκροφαληριάω
View word page
ἄκροτον
ἄκροτον·
ἀδιαρρίπιστον
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἄκροτον
Headword (normalized):
ἄκροτον
Headword (normalized/stripped):
ακροτον
IDX:
3654
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-3655
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἄκροτον·</span> <span class="foreign greek">ἀδιαρρίπιστον</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}