ἐντόπιος
ἐντόπ-ιος, ον,
A). local, θεοὶ ἐ., = ἐγχώριοι , Phdr. 262d ; νόμισμα, πλοιάρια, Peripl.M.Rubr. 49 , 36 ; πόλεμοι ἐ. civil wars, ; 8.83 ἡ ἐ. ἱστορία ; 7.35 ἐντόπιοι local residents, opp. ξένοι, IG 5(2).491 (Megalopolis, ii/iii A.D.); opp. Ἀλεξανδρεῖς, PLond. 2.192.94 (i A. D.).