Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀκρόπολις
ἀκροπόλος
ἀκροπόρος
ἀκροπόρφυρος
ἀκροποσθία
ἀκροπότης
ἀκροπουδίς
ἀκρόπους
ἀκρόπρῳρον
ἀκρόπτερον
ἀκρόπτολις
ἄκροπτυξ
ἀκρόπυρος
ἀκρορρίνιον
ἀκρορρύμιον
ἄκρος
ἀκροσαπής
ἀκροσίδηρος
ἀκροσκιρία
ἀκρόσοφος
ἀκροσπάθια
View word page
ἀκρόπτολις
ἀκρό-πτολις, , poet. for ἀκρόπολις, q.v.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀκρόπτολις
Headword (normalized):
ἀκρόπτολις
Headword (normalized/stripped):
ακροπτολις
IDX:
3625
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-3626
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀκρό-πτολις</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, poet. for <span class="foreign greek">ἀκρόπολις</span>, q.v.</div><br><br>'}