Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἐννεαδάκτυλος
ἐννεάδεσμος
ἐννεαδικός
ἐννεαετηρικός
ἐννεαέτης
ἐννεαετία
ἐννεάζω
ἐννεακαίδεκα
ἐννεακαιδεκαετηρίς
ἐννεακαιδεκαέτης
ἐννεακαιδεκάμηνος
ἐννεακαιδεκαπλάσιος
ἐννεακαιδεκαπλασίων
ἐννεακαιδεκάς
ἐννεακαιδέκατος
ἐννεακαιδεκέτης
ἐννεακαιεικοσικαιεπτακοσιοπλασιάκις
ἐννεακαιεικοσιχοίνικος
ἐννεακέφαλος
ἐννεάκις
ἐννεακισχίλιοι
View word page
ἐννεακαιδεκάμηνος
ἐννεᾰκαιδεκά-μηνος
,
ον
,
A).
nineteen months old,
IG
14.1970
.
ShortDef
nineteen months old
Debugging
Headword:
ἐννεακαιδεκάμηνος
Headword (normalized):
ἐννεακαιδεκάμηνος
Headword (normalized/stripped):
εννεακαιδεκαμηνος
IDX:
35782
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-35783
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐννεᾰκαιδεκά-μηνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">nineteen months old,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">IG</span> 14.1970 </span>.</div> </div><br><br>'}