Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἐνδηΐδες
ἔνδηλος
ἐνδημέω
ἐνδημία
ἐνδήμιος
ἐνδημιουργέω
ἔνδημος
ἔνδια
ἐνδιαβάλλω
ἐνδιάβολος
Ἐνδίαγρος
ἐνδιάγω
ἐνδιαεριαυερινήχετος
ἐνδιάζω
ἐνδιάθεσις
ἐνδιάθετος
ἐνδιάθηκος
ἐνδιαθρύπτομαι
ἐνδιαιτάομαι
ἐνδιαίτημα
ἐνδιαίτησις
View word page
Ἐνδίαγρος
Ἐνδίαγρος, epith. of Artemis, Hsch.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Ἐνδίαγρος
Headword (normalized):
ἐνδίαγρος
Headword (normalized/stripped):
ενδιαγρος
IDX:
35177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-35178
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">Ἐνδίαγρος</span>, epith. of Artemis, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}