Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ἐμετώδης
ἐμεῦ
ἐμέω
ἐμεωυτοῦ
ἐμίας
ἐμίν
ἔμμα
ἐμμαγεῖον
ἐμμαίνομαι
ἐμμακεδονίζω
ἐμμαλάξαι
ἔμμαλλος
ἐμμανής
ἔμμανις
ἐμμαπέως
ἐμμάρτυρος
ἐμμάσαι
ἐμμάσσομαι
ἐμματαιάζω
ἐμματέω
ἐμμάχομαι
View word page
ἐμμαλάξαι
ἐμμαλάξαι·
ἐμμεῖναι, τῇ χειρὶ ἐπιλαβέσθαι
,
Hsch.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἐμμαλάξαι
Headword (normalized):
ἐμμαλάξαι
Headword (normalized/stripped):
εμμαλαξαι
IDX:
34117
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-34118
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἐμμαλάξαι·</span> <span class="foreign greek">ἐμμεῖναι, τῇ χειρὶ ἐπιλαβέσθαι</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}